Η επιμόρφωση των προπονητών στίβου διαχρονικά και σήμερα

Η επιμόρφωση των προπονητών στίβου διαχρονικά και σήμερα


Μετά την επιστροφή από το Παγκόσμιο κλειστού στίβου ο Γιώργος Πομάσκυ, σε μια συνέντευξη του, είπε ότι ο Τεντόγλου και ο Καραλής είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο και η δική του παρουσία, με την εμπειρία του, είναι καθοριστική. Ταυτόχρονα ανέφερε ότι για να δημιουργηθούν και άλλοι μεγάλοι αθλητές θα πρέπει να υπάρξουν και άλλοι προπονητές που θα καθοδηγήσουν σωστά τα ταλέντα, παράλληλα με την επίλυση όλων των άλλων προβλημάτων τους.

 

Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί ότι η “θέση” του Πομάσκυ να βρεθούν και άλλοι νέοι προπονητές που να γίνουν κορυφαίοι, πιστεύω ότι για να υλοποιηθεί θα πρέπει προπονητικά να υποστηριχθούν από “μέντορες”, όπως ο Πομάσκυ, στην περίπτωση του Καραλή.

Κάνοντας μια διαχρονική αναφορά η επιμόρφωση των προπονητών διαπιστώνεται ότι είναι μια πρόκληση, στην οποία έχουν αλλάξει ριζικά τα δεδομένα. Ξεκινώντας από την δεκαετία του ΄80 υπήρξαν τα πρώτα βήματα στην χώρα μας για συστηματική προσέγγιση στην επιμόρφωση των προπονητών, με βάση τα επιστημονικά δεδομένα της εποχής. Επίσης έγινε και η μετάφραση των ενιαίων προγραμμάτων προπόνησης της Βουλγαρίας και στην συνέχεια η ελληνική έκδοση, ανά αγώνισμα και ηλικιακή κατηγορία. Αυτά τα δεδομένα ήταν η μόνη ουσιαστική βοήθεια προς τους προπονητές, εκείνη την εποχή. Όμως ένα “ενδεικτικό” πρόγραμμα προπόνησης δεν μπορεί να δώσει τις απαντήσεις για κάθε ένα συγκεκριμένο αθλητή, με βάση τις ιδιαίτερες ανάγκες του. Μόνο ο προσωπικός προπονητής, με βάση τις απαιτήσεις του αγωνίσματος και τα θετικά ή αρνητικά δεδομένα του αθλητή μπορεί να κάνει “εκτίμηση της κατάστασης” για το ατομικό πρόγραμμα του αθλητή.

Τα τελευταία 10-15 χρόνια η εξάπλωση του διαδικτύου έφερε την ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ, στην άμεση πληροφόρηση των προπονητών, με προγράμματα προπόνησης και με άπειρες αναλύσεις των κινήσεων και παραδείγματα ασκήσεων για όλες τις φυσικές ικανότητες με βίντεο. Έτσι σήμερα οι προπονητές έχουν τεράστιο αριθμό πληροφοριών από έρευνες και/ή εμπειρικές προπονητικές οδηγίες. Γιαυτό τώρα το πρόβλημα είναι η σωστή εκτίμηση των πληροφοριών που θα λάβουν υπόψη οι προπονητές, έτσι ώστε να διαμορφώσουν το πρόγραμμα προπόνησης των αθλητών τους. Και αυτό δεν είναι εύκολο, ειδικά στους νέους προπονητές...

Με αφορμή τα σεμινάρια του ΣΕΓΑΣ ή των σωματείων ή των συνδέσμων προπονητών που καλύπτουν την βασική τεχνική-προπονητική των διαφόρων αγωνισμάτων, μέσα από ομαδική παρουσία των επιμορφωμένων προπονητών διαπιστώνω ότι ο τρόπος αυτός είναι μια διαχρονική, αλλά ξεπερασμένη προσέγγιση της επιμόρφωσης. Οι προπονητές, από αυτές τις ομαδικές παρουσιάσεις ασκήσεων, αισθάνονται ότι ξανακάνουν μάθημα όπως στο ΤΕΦΑΑ και φυσικά η επανάληψη γνώσεων που κατέχουν ή/και η πρόσθεση κάποιων νέων στοιχείων δεν τους καλύπτει τις ατομικές ανάγκες και προβληματισμούς που έχουν με τους αθλητές τους. Επιπλέον η νοοτροπία που υπάρχει είναι ότι, κατά κανόνα, οι προπονητές που παρακολουθούν τα σεμινάρια δεν ρωτάνε τους ατομικούς προβληματισμούς που έχουν μέσα σε ομαδικές επιμορφωτικές προσπάθειες.

Προσωπικά πιστεύω ότι ΣΗΜΕΡΑ η επιμόρφωση για να είναι πολύ πιο αποδοτική και ουσιαστική για τους προπονητές που την χρειάζονται, και η οποία αφορά κυρίως τους νέους συναδέλφους, θα πρέπει να πληρεί τις παρακάτω προϋποθέσεις:

1. Να είναι ΑΤΟΜΙΚΗ, με προσωπική επαφή ή/και διαδικτυακά, με έμπειρους επιτελικούς προπονητές, που θα ασχολούνται όλο τον χρόνο μόνο με την επιμόρφωση. Οι “μέντορες” θα μπορούσαν να είναι επιτελικοί τεχνικοί του ΣΕΓΑΣ, όπως οι τομεάρχες, αρκεί να μην γυμνάζουν αθλητές, και όποιοι έχουν την δυνατότητα να καλύψουν το κενό.

2. Να απαντά σε όλους τους προβληματισμούς (μεθοδολογία, ατομική διόρθωση λαθών, προγραμματισμός προπόνησης, εκτίμηση της κατάστασης για επιλογή συγκεκριμένων επιβαρύνσεων-ασκήσεων με στόχο την ανάπτυξη των ειδικών φυσικών ικανοτήτων) του ατομικού προπονητή που γυμνάζει επίλεκτους αθλητές και ταλέντα, κάτι που δεν γίνεται σε ομαδική επιμόρφωση.

3. Να γίνεται επαναλαμβανόμενα, από την ΑΡΧΗ του ετήσιου προγραμματισμού προπόνησης, έτσι ώστε να παρακολουθείται η πορεία υλοποίησης των προτεινόμενων αλλαγών στην προπονητική διαδικασία και οι πιθανές, περαιτέρω, διορθωτικές κινήσεις.